Σε κατάσταση συναγερμού βρίσκονται τα επιτελεία των κομμάτων, δύο εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές και η ακραία σύγκρουση στη Βουλή, όπως και τα κτυπήματα κάτω από τη μέση είναι αποτέλεσμα στρατηγικής των κομμάτων και όχι κάποιας απόφασης της στιγμής.
Δύο εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μία διαφορά από 6-7,5 μονάδες υπέρ της Ν.Δ., ενώ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. πραγματοποιούν το τελικό ντεμαράζ για να πιάσουν το ταβάνι στη συσπείρωση (του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμα και τώρα πολύ χαμηλή για προεκλογική περίοδο) και να αυξήσουν το στίγμα τους στη λεγόμενη «γκρίζα ζώνη» των ψηφοφόρων, τους αναποφάσιστους.
Αυτά είναι τα δύο στοιχεία που σύμφωνα με τους δημοσκόπους θα κρίνουν, όχι το ποιος θα είναι πρώτος -αυτό έχει σχεδόν κριθεί- αλλά ποια θα είναι η διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου. Όπως φαινόταν και από την προεκλογική επίθεση ΣΥΡΙΖΑ κατά του Κινήματος Αλλαγής, εξαιρετικά κρίσιμο στοιχείο για τη διαφορά ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ είναι το ποσοστό που θα πάρει το Κίνημα Αλλαγής, ενώ η Ν.Δ. κοιτάζει με προβληματισμό την πορεία του κόμματος του κ. Βελόπουλου (χρειάζεται 4,25% για να βγάλει έναν ευρωβουλευτή στην πρώτη κατανομή) αλλά ο πονοκέφαλος αυτός για τους επιτελείς του Κυριάκου Μητσοτάκη αφορά κυρίως τις εθνικές εκλογές.
Στο Κίνημα Αλλαγής εκτιμούν ότι το κόμμα τους θα φτάσει το διψήφιο ποσοστό, οι δημοσκοπήσεις όμως φέρουν το Κίνημα Αλλαγής να παλεύει στήθος με στήθος με τη Χρυσή Αυγή για την τρίτη θέση στην περιοχή του 6%-7%.
Από το στρατόπεδο του ΣΥΡΙΖΑ αφήνουν να διαρρεύσει ότι η διαφορά υπέρ της ΝΔ θα είναι κάτω από 3% και από το στρατόπεδο της Ν.Δ. πάνω από 6% με 7%. Τόσο η μία πρόβλεψη όσο και η άλλη, δίνουν σάρκα και οστά στο σενάριο των πρόωρων εκλογών του Ιουνίου (23 ή 30 οι ημερομηνίες που αφήνει η Κουμουνδούρου να διαρρεύσουν).
Στο σενάριο της μικρής διαφοράς, κάτω από 3%, ο κ. Τσίπρας θα έρθει αντιμέτωπος με την πρόκληση να προκηρύξει άμεσα εθνικές εκλογές για τον Ιούνιο, ώστε να εκμεταλλευθεί την αμηχανία της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να πάει σε αμφίρροπες εθνικές εκλογές, όταν όλοι τον έχουν για χαμένο.
Στο σενάριο της μεγάλης διαφοράς, πάνω από 6% ή 7% ο κ. Τσίπρας θα σκεφτεί σοβαρά να κάνει άμεσα εθνικές εκλογές, καθώς η διαφορά θα κινείται στα όρια του μη διαχειρίσιμου και θα υπάρχει ο φόβος να ανοίξει ακόμα περισσότερο πηγαίνοντας προς τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο. Επιπλέον, σε αυτό το σενάριο, ο κ. Τσίπρας θα πρέπει να διαχειριστεί και τη μεγάλη πίεση που θα υποστεί από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για να προχωρήσει σε εθνικές εκλογές τον Ιούνιο και όχι το φθινόπωρο.
Στις δύο εβδομάδες που απομένουν, ο πρωθυπουργός και τα στελέχη της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ που σηκώνουν το πολιτικό και επικοινωνιακό βάρος της αναμέτρησης των ευρωεκλογών -διότι υπάρχουν και πολλοί που κρύβονται ή απέχουν- θα επιχειρήσει να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά της κοινής γνώμης κατά του «παλαιού πολιτικού συστήματος» και να κατηγορήσει τη Ν.Δ. για «κρυφό πρόγραμμα».
Θα επαναφέρει συνεχώς τις κατηγορίες περί διαφθοράς και διαπλοκής, ακόμα και χωρίς στοιχεία. Θα ταυτίζει τον κ. Μητσοτάκη με τον κ. Βέμπερ και θα συνεχίσει να ζητά τη συμπόρευση όλων των προοδευτικών δυνάμεων, «ενάντια στην άνοδο της ακροδεξιάς και του νεοφιλελευθερισμού».
Από την πλευρά του, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα επιμείνει στην ανάδειξη των υποθέσεων με οσμή σκανδάλων που βαραίνουν τον ΣΥΡΙΖΑ, θα επιμείνει στο επιχείρημα ότι ο αγώνας του κ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ κατά της διαπλοκής είναι υποκριτικός και παραπλανητικός προς την κοινή γνώμη, θα κάνει σημαία την ανάγκη μείωσης της φορολογίας για τη μεσαία τάξη που δεν «άγγιξε» το πακέτο Τσίπρα, θα επιμείνει για την ανάγκη μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων και όπως έδειξε και σήμερα το πρωί, θα επιμείνει ευλαβικά και στο θέμα της ασφάλειας των πολιτών, τακτική που δίνει πόντους και στην Ευρώπη στους υποψήφιους του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που δεν θέλει να χαρίσει την ατζέντα της ασφάλειας στην ευρωπαϊκή ακροδεξιά.
Δύο εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μία διαφορά από 6-7,5 μονάδες υπέρ της Ν.Δ., ενώ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. πραγματοποιούν το τελικό ντεμαράζ για να πιάσουν το ταβάνι στη συσπείρωση (του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμα και τώρα πολύ χαμηλή για προεκλογική περίοδο) και να αυξήσουν το στίγμα τους στη λεγόμενη «γκρίζα ζώνη» των ψηφοφόρων, τους αναποφάσιστους.
Αυτά είναι τα δύο στοιχεία που σύμφωνα με τους δημοσκόπους θα κρίνουν, όχι το ποιος θα είναι πρώτος -αυτό έχει σχεδόν κριθεί- αλλά ποια θα είναι η διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου. Όπως φαινόταν και από την προεκλογική επίθεση ΣΥΡΙΖΑ κατά του Κινήματος Αλλαγής, εξαιρετικά κρίσιμο στοιχείο για τη διαφορά ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ είναι το ποσοστό που θα πάρει το Κίνημα Αλλαγής, ενώ η Ν.Δ. κοιτάζει με προβληματισμό την πορεία του κόμματος του κ. Βελόπουλου (χρειάζεται 4,25% για να βγάλει έναν ευρωβουλευτή στην πρώτη κατανομή) αλλά ο πονοκέφαλος αυτός για τους επιτελείς του Κυριάκου Μητσοτάκη αφορά κυρίως τις εθνικές εκλογές.
Στο Κίνημα Αλλαγής εκτιμούν ότι το κόμμα τους θα φτάσει το διψήφιο ποσοστό, οι δημοσκοπήσεις όμως φέρουν το Κίνημα Αλλαγής να παλεύει στήθος με στήθος με τη Χρυσή Αυγή για την τρίτη θέση στην περιοχή του 6%-7%.
Από το στρατόπεδο του ΣΥΡΙΖΑ αφήνουν να διαρρεύσει ότι η διαφορά υπέρ της ΝΔ θα είναι κάτω από 3% και από το στρατόπεδο της Ν.Δ. πάνω από 6% με 7%. Τόσο η μία πρόβλεψη όσο και η άλλη, δίνουν σάρκα και οστά στο σενάριο των πρόωρων εκλογών του Ιουνίου (23 ή 30 οι ημερομηνίες που αφήνει η Κουμουνδούρου να διαρρεύσουν).
Στο σενάριο της μικρής διαφοράς, κάτω από 3%, ο κ. Τσίπρας θα έρθει αντιμέτωπος με την πρόκληση να προκηρύξει άμεσα εθνικές εκλογές για τον Ιούνιο, ώστε να εκμεταλλευθεί την αμηχανία της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να πάει σε αμφίρροπες εθνικές εκλογές, όταν όλοι τον έχουν για χαμένο.
Στο σενάριο της μεγάλης διαφοράς, πάνω από 6% ή 7% ο κ. Τσίπρας θα σκεφτεί σοβαρά να κάνει άμεσα εθνικές εκλογές, καθώς η διαφορά θα κινείται στα όρια του μη διαχειρίσιμου και θα υπάρχει ο φόβος να ανοίξει ακόμα περισσότερο πηγαίνοντας προς τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο. Επιπλέον, σε αυτό το σενάριο, ο κ. Τσίπρας θα πρέπει να διαχειριστεί και τη μεγάλη πίεση που θα υποστεί από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για να προχωρήσει σε εθνικές εκλογές τον Ιούνιο και όχι το φθινόπωρο.
Στις δύο εβδομάδες που απομένουν, ο πρωθυπουργός και τα στελέχη της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ που σηκώνουν το πολιτικό και επικοινωνιακό βάρος της αναμέτρησης των ευρωεκλογών -διότι υπάρχουν και πολλοί που κρύβονται ή απέχουν- θα επιχειρήσει να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά της κοινής γνώμης κατά του «παλαιού πολιτικού συστήματος» και να κατηγορήσει τη Ν.Δ. για «κρυφό πρόγραμμα».
Θα επαναφέρει συνεχώς τις κατηγορίες περί διαφθοράς και διαπλοκής, ακόμα και χωρίς στοιχεία. Θα ταυτίζει τον κ. Μητσοτάκη με τον κ. Βέμπερ και θα συνεχίσει να ζητά τη συμπόρευση όλων των προοδευτικών δυνάμεων, «ενάντια στην άνοδο της ακροδεξιάς και του νεοφιλελευθερισμού».
Από την πλευρά του, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα επιμείνει στην ανάδειξη των υποθέσεων με οσμή σκανδάλων που βαραίνουν τον ΣΥΡΙΖΑ, θα επιμείνει στο επιχείρημα ότι ο αγώνας του κ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ κατά της διαπλοκής είναι υποκριτικός και παραπλανητικός προς την κοινή γνώμη, θα κάνει σημαία την ανάγκη μείωσης της φορολογίας για τη μεσαία τάξη που δεν «άγγιξε» το πακέτο Τσίπρα, θα επιμείνει για την ανάγκη μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων και όπως έδειξε και σήμερα το πρωί, θα επιμείνει ευλαβικά και στο θέμα της ασφάλειας των πολιτών, τακτική που δίνει πόντους και στην Ευρώπη στους υποψήφιους του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που δεν θέλει να χαρίσει την ατζέντα της ασφάλειας στην ευρωπαϊκή ακροδεξιά.